Ο Τάκης γεννήθηκε το Φεβρουάριο του 1923 σε κεντρική γειτονιά του Βελβεντού. Οι γονείς του ήταν ο Νικόλαος και η Σοφία Καραματσούκα ή Γιαννούσα, ένα παρατσούκλι που τους το κληροδότησε ο παππούς Γιάννης- Γιαννούσας. Η μητέρα του ήταν μοδίστρα στο Βελβεντό. Ο πατέρας του, μετανάστης στην Αμερική πρώτα και μετά στη Ρουμανία, όταν γύρισε στο χωριό, άνοιξε ένα μεγάλο εμπορικό κατάστημα στον κεντρικό δρόμο του Βελβεντού, εκεί που είναι σήμερα το καφενείο του κ. Γιάννη Ασμή και το σπίτι του κ. Νίκου Φκιαρά. Στο μαγαζί τους πήγαιναν άνθρωποι και από τα γύρω χωριά μ' ένα δεμάτι ξύλα στην πλάτη, για να τ' ανταλλάξουν με λίγο λάδι και να γλυκαθούν με την καραμέλα, κέρασμα του κυρ-Νικόλα. Ο Τάκης είχε άλλα τέσσερα αδέλφια: Το Γιάννη, που ήταν δάσκαλος, την Ελένη, την Αικατερίνη και την Ελπίδα.
Ο Τάκης έχει μια ιδιαιτερότητα στον τρόπο που εκφράζεται. Δεν μπορεί να ολοκληρώσει τις προτάσεις του. Αυτό το πρόβλημα προέκυψε μετά από μια δυσεντερία που έπαθε, όταν ήταν περίπου δύο ετών. Για ένα μήνα περίπου υπέφερε από πόνους, διάρροιες και εμετούς. Η μητέρα του για να τον ανακουφίζει, μετά από συμβουλή γιατρού, του έδινε τη νύχτα λίγο υπνωτικό για να κοιμάται. Ένα πρωί δεν τον βρήκε στο κρεβάτι του και τον ανακάλυψε στο υπόγειο του σπιτιού τους, εκεί που είχαν τα σταφύλια, έτοιμα για το πατητήρι, να τρώει. Από τότε άρχισε να αναρρώνει. Η δυσεντερία αυτή, δυστυχώς, του προκάλεσε αφυδάτωση με αποτέλεσμα τη βλάβη εγκεφαλικών κυττάρων, η οποία άφησε στον Τάκη μια αναπηρία. Αντιθέτως, τα υπόλοιπα παιδιά του χωριού που είχαν προσβληθεί από δυσεντερία πέθαναν, όπως μας πληροφορεί η αδελφή του Τάκη, Ελπίδα.
Πήγε σχολείο μέχρι την Τετάρτη Δημοτικού. Τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε από την κυρία Όλγα Ασμή (Παπανικόλα). Ακόμα τη θυμάται ο Τάκης και την αναφέρει συχνά. Η Ελπίδα μας αφηγήθηκε ένα περιστατικό από την τάξη: «Ένα πρωί που η κυρία Όλγα έκανε, όπως συνηθιζόταν τότε, έλεγχο για καθαρά νύχια και μαντήλι, ο Τάκης ανακάλυψε άτι δεν είχε μαντήλι μαζί του. Τι να κάνει τότε κι αυτός, βγάζει την άκρη από το άσπρο του πουκάμισο, τη διπλώνει προσεκτικά και ακουμπά απάνω τα χέρια, δίνοντας έτσι λύση στο πρόβλημα». Από μικρό παιδί διακρίνεται για την περιέργεια και την εφευρετικότητα του...
Από τις πιο αγαπητές φιγούρες του χωριού μας, ο Τάκης είναι ευπρόσδεκτος από όλους. Είναι γνωστή, στους μεγαλύτερους τουλάχιστον, η αγάπη του για τη μουσική. Η φλογέρα του συνόδευσε πολλά γλέντια. Τα τραγούδια του γάμου είναι τα αγαπημένα του. Στο σπίτι του έχει μια ολόκληρη συλλογή από φλογέρες και ένα ακορντεόν. Τις πρώτες νότες τις διδάχτηκε από τον αδελφό του Γιάννη. Ήθελε τόσο πολύ να μάθει μουσική, που κλεινόταν ώρες ολόκληρες μ' ένα κερί στο υπόγειο, για να κάνει την πρακτική του.
Καλλιτεχνική φύση ο Τάκης, μεγαλώνοντας ανακάλυψε και τη μαγεία των χρωμάτων. Απ' ό,τι φαίνεται, στη δυσκολία του να επικοινωνήσει με τους άλλους, έβρισκε μόνος του τρόπους για να εκφράζει τις σκέψεις του, τα συναισθήματα του, τα όνειρα του. Ζωγραφίζει σε κάθε είδους χαρτί που πέφτει στα χέρια του. Πάνω σε λαδόκολλες, καφέ χαρτιά περιτυλίγματος, μπλοκ ζωγραφικής. Ο καμβάς, όμως, που ο ίδιος επινοεί και κατασκευάζει είναι τα χάρτινα κουτιά. Γιατί ο. Τάκης, ως καλλιτέχνης που είναι, θέλει να ανακαλύπτει δικούς του τρόπους έκφρασης. Έτσι, ανοίγει τα χάρτινα κουτιά προσεκτικά και ενώνει τα σχισίματα στις άκρες ράβοντας τα. Στην αρχή σχεδιάζει με μολύβι, στη συνέχεια το σχέδιο το περνάει με στυλό και μετά βάζει τα χρώματα. Ξυλομπογιές, μαρκαδόρους, νερομπογιές, τέμπερες ακόμα και βαφές νημάτων χρησιμοποιεί στις ζωγραφιές του. Οι πίνακες του είναι εικόνες από την παιδική του ηλικία. Στην πραγματικότητα ο Τάκης δε μεγάλωσε ποτέ. Είναι ο Πήτερ Παν στη χώρα των χρωμάτων. Οι ζωγραφιές του διηγούνται ιστορίες. Αλλες που έζησε ο ίδιος κι άλλες που φαντάστηκε. Σε κάθε πίνακα του πετάει ένα αεροπλάνο, άλλες φορές γερμανικό να βομβαρδίζει κι άλλες εγγλέζικο να ρίχνει τρόφιμα. Οι Γερμανοί δηλώνουν έντονη την παρουσία τους στους πίνακες του. Εξάλλου ο Τάκης έζησε μια τραυματική εμπειρία, όταν κρατήθηκε ως όμηρος. Αφέθηκε τελικά ελεύθερος, όταν μια γυναίκα προσπαθώντας να τον σώσει, έθεσε σε κίνδυνο τη σωματική της ακεραιότητα.
Στους πίνακες του Τάκη απεικονίζονται χωράφια με σιτάρια, καπνό, φίδια, δραγάτες, Αγιοι, αραμπάδες, καρναβάλια -ο Τάκης λατρεύει την Αποκριά και η αγαπημένη του αμφίεση είναι «του κουρίτσ' απ' του Ορτόκι».
Όσοι τον στενοχωρούν γίνονται θέμα της ζωγραφικής του. Πάνω στον καμβά του τους τιμωρεί. Όλο και κάποιο φίδι θα ξεφυτρώσει, για να τους τσιμπήσει!
Ζωγραφίζει με μεγάλη λεπτομέρεια πουλιά, μπουντίνους (μεταξοσκώληκες), σπίτια, εκκλησίες, αγγέλους, το λάκκο που πλημμυρίζει, καρυδιές, ποτάμια, γερμανικά όπλα, φυσίγγια, στολές, ζώα με φτερά που έχουν στα πόδια τους ρόδες, σουρεαλιστικές εικόνες, παραμυθένιες.
Ο Τάκης ως ζωγράφος μας βάζει δύσκολα. Μας αναγκάζει, εξαιτίας του λεπτομερούς σχεδίου του, να σταθούμε ώρα αρκετή μπροστά στους πίνακες του, να τους παρατηρήσουμε πολύ καλά, μη μας ξεφύγει κάτι και χάσουμε όλη τη μαγεία της ιστορίας που θέλει να μας διηγηθεί.
Για την Ομάδα Ζωγραφικής του Μ.Ο.Β
Βλάχου Βαΐτσα