Κυριακή, Ιουνίου 15, 2008

Ανθή Λεούση - Μικρά Βασίλεια

Image Hosted by ImageShack.us

Επουράνια Πιετά

Η κάθε σάρκα
απ’ την θνητότητα βαριά και αργοκίνητη -
και παίρνοντας ανάσες στα βουνά
θα ανέβει στην πηγή της.

Η βιασύνη που ανυπομονεί εκεί
στις κνήμες και στους αστραγάλους
δείχνει ότι προετοιμάζονται
να γιορτάσουν.

σελ. 113

Πέρασμα

Σπίτι άν πιάναμε ο Παρελθών κι εγώ
ή ένα πανδοχείο-
θα τους κερνούσαμε ορεκτικά ποτά
περαστικούς και επισκέπτες
θα τους ξεπροβοδίζαμε
απο το βάθος της κλειστής ψυχής τους
μαθημένους
σαν ξένη ατάραχα την ξενιτειά να βλέπουν.

σελ. 137

Διδασκαλία

Ποτιστική βροχή:
Αφουγκράζομαι
τι είναι η έμμονη στοργή.

σελ. 226


Ανθή Λεούση – «Μικρά Βασίλεια»
Εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2008.

Ετικέτες

Κυριακή, Ιουνίου 08, 2008

Παύλος Ευδοκίμωφ – Η πάλη με τον Θεό.

Image Hosted by ImageShack.us




Η βαθειά απαισιοδοξία του Freud ή του Heidegger διαμορφώνεται εντελώς φυσικά, όταν σκέπτεται κανείς την ζωή σε σχέση με το τέλος της. Το να αναγνωρίσει κανείς και να δεχθεί αυτό το τέλος είναι ήδη μια φιλοσοφική στάση βαθειά και αληθινή, διότι «κανείς δεν ομιλεί για την ζωή τόσο καλά όσο ο θάνατος», σημειώνει ο Julien Green. Πράγματι, μια ατέλειωτη διάρκεια μέσα στις συνθήκες της επίγειας ζωής, ο χρόνος κομμένος απλούστατα από το τέλος του, θα στερούσε την ύπαρξη από το νοημά της. Η Simone de Beauvoir στο έργο της, «Ολοι οι άνθρωποι είναι θνητοί» (Tous les hommes sont mortels) συναντά τον Berdiaev και εκφράζει μια σωστή διαίσθηση: η ατέλειωτη διάρκεια της βιολογικής υπάρξεως θα κορυφωνόταν σε μια ατέλειωτη ανί­α. Θα μπορούσε κανείς να προσθέσει ότι η φρίκη για την κόλαση προέρχεται ακριβώς από μια τέτοια ανία, πού μπορεί να διαιωνισθεί. Για τους Πατέρες της Εκκλησίας, η ζωή χωρίς τέλος με τις γήϊνες συνθήκες δεν μπορεί να είναι, παρά ένας δαιμονικός εφιάλτης, η αγάπη δε του Θεού προς την δημι­ουργία του εμποδίζει αυτή την διαιώνιση αυτής της κατα­στάσεως ζωής, πού δεν θα ήταν παρά ο έπικρεμάμενος θά­νατος.

Το νόημα της Ιστορίας, η ίδια η ύπαρξή της, είναι σε άμεση σχέση με το τέλος της, με τον ισολογισμό της, με την υπερβατικότητά της προς το «εντελώς άλλο», υπερβατικότητα περισσότερο αναπόφευκτη από τον ίδιο τον θάνατο. «Έσχατος εχθρός καταργείται o θάνατος», διακηρύσσει αποφασιστικά ο Απόστολος Παύλος(1). Το υπέρτατο κακό αποδεικνύεται ότι κυοφορεί την υπέρτατη λύση της ανθρώ­πινης μοίρας. Ο θάνατος προκαλεί την πολύ νόμιμη αγω­νία, σταματά την συνήθη βεβήλωση με την λήθη και το­ποθετεί αμέσως σ’ εκείνο το επίπεδο βάθους, το όποιον εντυ­πωσιάζει ο όλες τις περιπτώσεις με το μεγαλείο του μυστη­ρίου του. Ο άγιος Αυγουστίνος, στην αρχή της ζωής του, θρηνεί την αναχώρηση του φίλου του και ομολογεί: «Έγινε ένα μεγάλο ερώτημα για μένα τον ίδιο, και ερωτούσα την ψυχή μου» (2) .

Η αξία του ανθρώπου μετρείται με την στάση του προς τον θάνατο. Ο Πλάτωνας δίδασκε την φιλοσοφία σαν την τέχνη του «καλώς άποθανείν». Αλλά η φιλοσοφία δεν γνω­ρίζει νίκη πάνω στον θάνατο, μπορεί να την απαίτησει, δεν μπορεί να μας μάθει, πώς μπορούμε να πεθάνουμε «εν τη Αναστάσει». Βεβαιώνει μόνον, και σ' αυτό έγκειται όλο το μεγα­λείο της, ότι ο χρόνος δεν μπορεί να περικλείσει την αιωνιότητα, ότι χωρίς το τέλος του είναι περισσότερο άνευ νοή­ματος από τον θάνατο, ότι αυτός ο κόσμος, πού σκοτώνει τον Δίκαιο Σωκράτη, δεν είναι ο αληθινός κόσμος. Πολύ περισσότερο, τα εγκλήματα του μαρτυρούν για την ύπαρξη ενός αλλού κόσμου, οπού βασιλεύει ή δικαιοσύνη και όπου ο Σωκράτης ζεί αιωνίως νέος και ωραίος. Για τον Ιουστίνο, η μοίρα του Σωκράτους προεικονίζει την τύχη του Χριστού, ο οποίος πεθαίνει και ανίσταται, και «εν τω οποίω» ο Σω­κράτης ξαναγεννιέται για την αιωνιότητα.

Ο θάνατος δεν είναι μια στιγμή, συνυπάρχει και συντρο­φεύει τον άνθρωπο καθ' όλη την πορεία της ζωής του. Εί­ναι παρών σε όλα τα πράγματα, είναι το προφανές όριό τους. Ο χρόνος και ο χώρος, οι στιγμές πού χάνονται και οι απο­στάσεις πού χωρίζουν, είναι τόσες τομές, τόσοι τμηματικοί θάνατοι. Κάθε αποχαιρετισμός, λήθη, αλλαγή, το γεγονός ότι τίποτε δεν μπορεί να ξαναγίνει ακριβώς το ίδιο, μεταφρά­ζουν την πνοή τού θανάτου μέσα στην καρδιά της ζωής και μας αιωρούν μέσα στην οδύνη. Κάθε αναχώρηση ενός αγα­πημένου προσώπου, το τέλος κάθε πάθους, τα ίχνη του χρό­νου πάνω σ' έvα πρόσωπο, το τελευταίο βλέμμα πάνω σε μια πόλη ή σ' ένα τοπίο, πού δεν θα ξαναδούμε πια ποτέ, ή α­πλούστατα ένα μαραμένο λουλούδι προκαλούν μια βαθειά μελαγχολία, μια προκαταβολικά άμεση εμπειρία του θανά­του.

Η φύση δεν γνωρίζει προσωπική αθανασία, δεν γνω­ρίζει παρά την επιβίωση του είδους. Οι «άθεοι» δεν μπορούν να οραματίζονται παρά επιβίωση μέσα στα έργα τους ή μέσα στην ανάμνηση των μελλοντικών γενεών είναι μια μελαγ­χολική αθανασία λεξικού, το πολύ - πολύ.

Η βιαιότητα του θανάτου δεν μπορεί να εξουδετερωθεί παρά με την αρνησή του. Γι' αυτό στο κέντρο της ζωής ορθώνεται ο Σταυρός η δε Ζωή δέχεται ελεύθερα να περάσει από τον θάνατο, για να τον ανατίναξει και να τον εκμηδένισει : «θανάτω θάνατον πατήσας», ψάλλει η Εκ­κλησία την νύχτα του Πάσχα. Ο Ωριγένης αναφέρει μια παράδοση, κατά την οποία το σώμα του Αδάμ είχε ταφεί εκεί όπου ο Χριστός σταυρώθηκε. Μια άλλη παράδοση λέγει ότι το ξύλο τού Σταυρού έχει την προέλευσή του από το δένδρο της Εδέμ. Έτσι ο Σταυρός του Χριστού έγινε το Δένδρο της ζωής. Η Βίβλος αγνοεί την φυσική αθανασία και αποκαλύπτει την Ανάσταση πού έρχεται από το υπερπέραν: από τον θάνατο και την Ανάσταση του Θεανθρώπου. Έτσι μόνον ο Χριστιανισμός δέχεται την τραγικότητα του θανάτου, τον κοιτάζει κατά πρόσωπο, γιατί o Θεός περνά απ' αυτό τον δρόμο και όλοι τον ακολουθούν.

1. Α' Κορ. 15, 26.
2. 'Εξομολογήσεις, σ. 69.


Παύλου Ευδοκίμωφ
«Η Πάλη με τον Θεό»
Πατριαρχικό Ιδρυμα Πατερικών Μελετών, 1991.
Σελ. 238-240.

Ετικέτες

Σάββατο, Ιουνίου 07, 2008

ΤΑΚΗΣ ΓΙΑΝΝΟΥΣΑΣ - Ένας αυτοδίδακτος αληθινός καλλιτέχνης.

Image Hosted by ImageShack.us



Ο Τάκης γεννήθηκε το Φεβρουάριο του 1923 σε κεντρική γειτονιά του Βελβεντού. Οι γονείς του ήταν ο Νικόλαος και η Σοφία Καραματσούκα ή Γιαννούσα, ένα παρατσούκλι που τους το κληροδότησε ο παππούς Γιάννης- Γιαννούσας. Η μητέρα του ήταν μο­δίστρα στο Βελβεντό. Ο πατέρας του, μετανάστης στην Αμερική πρώτα και μετά στη Ρουμανία, όταν γύρισε στο χωριό, άνοιξε ένα μεγάλο εμπορικό κατάστημα στον κεντρικό δρόμο του Βελβεντού, εκεί που είναι σήμερα το καφενείο του κ. Γιάννη Ασμή και το σπίτι του κ. Νίκου Φκιαρά. Στο μαγαζί τους πήγαιναν άνθρωποι και από τα γύρω χωριά μ' ένα δεμάτι ξύλα στην πλάτη, για να τ' ανταλλάξουν με λίγο λάδι και να γλυκαθούν με την καραμέλα, κέρασμα του κυρ-Νικόλα. Ο Τάκης είχε άλλα τέσσερα αδέλφια: Το Γιάννη, που ήταν δάσκαλος, την Ελένη, την Αικατερίνη και την Ελπίδα.


Image Hosted by ImageShack.us



Ο Τάκης έχει μια ιδιαιτερότητα στον τρόπο που εκφράζεται. Δεν μπορεί να ολο­κληρώσει τις προτάσεις του. Αυτό το πρόβλημα προέκυψε μετά από μια δυσεντερία που έπαθε, όταν ήταν περίπου δύο ετών. Για ένα μήνα περίπου υπέφερε από πόνους, διάρ­ροιες και εμετούς. Η μητέρα του για να τον ανακουφίζει, μετά από συμβουλή γιατρού, του έδινε τη νύχτα λίγο υπνωτικό για να κοιμάται. Ένα πρωί δεν τον βρήκε στο κρεβάτι του και τον ανακάλυψε στο υπόγειο του σπιτιού τους, εκεί που είχαν τα σταφύλια, έτοιμα για το πατητήρι, να τρώει. Από τότε άρχισε να αναρρώνει. Η δυσεντερία αυτή, δυστυ­χώς, του προκάλεσε αφυδάτωση με αποτέλεσμα τη βλάβη εγκεφαλικών κυττάρων, η οποία άφησε στον Τάκη μια αναπηρία. Αντιθέτως, τα υπόλοιπα παιδιά του χωριού που είχαν προσβληθεί από δυσεντερία πέθαναν, όπως μας πληροφορεί η αδελφή του Τάκη, Ελπίδα.


Image Hosted by ImageShack.us



Πήγε σχολείο μέχρι την Τετάρτη Δημοτικού. Τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε από την κυρία Όλγα Ασμή (Παπανικόλα). Ακόμα τη θυμάται ο Τάκης και την αναφέρει συχνά. Η Ελπίδα μας αφηγήθηκε ένα περιστατικό από την τάξη: «Ένα πρωί που η κυρία Όλγα έκανε, όπως συνηθιζόταν τότε, έλεγχο για καθαρά νύχια και μαντήλι, ο Τάκης ανακάλυψε άτι δεν είχε μαντήλι μαζί του. Τι να κάνει τότε κι αυτός, βγάζει την άκρη από το άσπρο του που­κάμισο, τη διπλώνει προσεκτικά και ακουμπά απάνω τα χέρια, δίνοντας έτσι λύση στο πρό­βλημα». Από μικρό παιδί διακρίνεται για την περιέργεια και την εφευρετικότητα του...


Image Hosted by ImageShack.us



Από τις πιο αγαπητές φιγούρες του χωριού μας, ο Τάκης είναι ευπρόσδεκτος από όλους. Είναι γνωστή, στους μεγαλύτερους τουλάχιστον, η αγάπη του για τη μουσική. Η φλογέρα του συνόδευσε πολλά γλέντια. Τα τραγούδια του γάμου είναι τα αγαπημένα του. Στο σπίτι του έχει μια ολόκληρη συλλογή από φλογέρες και ένα ακορντεόν. Τις πρώτες νότες τις διδάχτηκε από τον αδελφό του Γιάννη. Ήθελε τόσο πολύ να μάθει μουσική, που κλεινόταν ώρες ολόκληρες μ' ένα κερί στο υπόγειο, για να κάνει την πρακτική του.


Image Hosted by ImageShack.us



Καλλιτεχνική φύση ο Τάκης, μεγαλώνοντας ανακάλυψε και τη μαγεία των χρωμά­των. Απ' ό,τι φαίνεται, στη δυσκολία του να επικοινωνήσει με τους άλλους, έβρισκε μόνος του τρόπους για να εκφράζει τις σκέψεις του, τα συναισθήματα του, τα όνειρα του. Ζω­γραφίζει σε κάθε είδους χαρτί που πέφτει στα χέρια του. Πάνω σε λαδόκολλες, καφέ χαρ­τιά περιτυλίγματος, μπλοκ ζωγραφικής. Ο καμβάς, όμως, που ο ίδιος επινοεί και κατασκευάζει είναι τα χάρτινα κουτιά. Γιατί ο. Τάκης, ως καλλιτέχνης που είναι, θέλει να ανακαλύπτει δικούς του τρόπους έκφρασης. Έτσι, ανοίγει τα χάρτινα κουτιά προσεκτικά και ενώνει τα σχισίματα στις άκρες ράβοντας τα. Στην αρχή σχεδιάζει με μολύβι, στη συ­νέχεια το σχέδιο το περνάει με στυλό και μετά βάζει τα χρώματα. Ξυλομπογιές, μαρκα­δόρους, νερομπογιές, τέμπερες ακόμα και βαφές νημάτων χρησιμοποιεί στις ζωγραφιές του. Οι πίνακες του είναι εικόνες από την παιδική του ηλικία. Στην πραγματικότητα ο Τάκης δε μεγάλωσε ποτέ. Είναι ο Πήτερ Παν στη χώρα των χρωμάτων. Οι ζωγραφιές του διη­γούνται ιστορίες. Αλλες που έζησε ο ίδιος κι άλλες που φαντάστηκε. Σε κάθε πίνακα του πετάει ένα αεροπλάνο, άλλες φορές γερμανικό να βομβαρδίζει κι άλλες εγγλέζικο να ρίχνει τρόφιμα. Οι Γερμανοί δηλώνουν έντονη την παρουσία τους στους πίνακες του. Εξάλλου ο Τάκης έζησε μια τραυματική εμπειρία, όταν κρατήθηκε ως όμηρος. Αφέθηκε τελικά ελεύ­θερος, όταν μια γυναίκα προσπαθώντας να τον σώσει, έθεσε σε κίνδυνο τη σωματική της ακεραιότητα.


Image Hosted by ImageShack.us



Στους πίνακες του Τάκη απεικονίζονται χωράφια με σιτάρια, καπνό, φίδια, δραγά­τες, Αγιοι, αραμπάδες, καρναβάλια -ο Τάκης λατρεύει την Αποκριά και η αγαπημένη του αμφίεση είναι «του κουρίτσ' απ' του Ορτόκι».

Όσοι τον στενοχωρούν γίνονται θέμα της ζωγραφικής του. Πάνω στον καμβά του τους τιμωρεί. Όλο και κάποιο φίδι θα ξεφυτρώσει, για να τους τσιμπήσει!
Ζωγραφίζει με μεγάλη λεπτομέρεια πουλιά, μπουντίνους (μεταξοσκώληκες), σπίτια, εκκλησίες, αγγέλους, το λάκκο που πλημμυρίζει, καρυδιές, ποτάμια, γερμανικά όπλα, φυ­σίγγια, στολές, ζώα με φτερά που έχουν στα πόδια τους ρόδες, σουρεαλιστικές εικόνες, παραμυθένιες.


Image Hosted by ImageShack.us



Ο Τάκης ως ζωγράφος μας βάζει δύσκολα. Μας αναγκάζει, εξαιτίας του λεπτομερούς σχεδίου του, να σταθούμε ώρα αρκετή μπροστά στους πίνακες του, να τους παρατηρή­σουμε πολύ καλά, μη μας ξεφύγει κάτι και χάσουμε όλη τη μαγεία της ιστορίας που θέλει να μας διηγηθεί.

Για την Ομάδα Ζωγραφικής του Μ.Ο.Β
Βλάχου Βαΐτσα

Σύνδεσμοι

eXTReMe Tracker