Σάββατο, Ιανουαρίου 09, 2010

Χ. Παπασωτηρίου -Η υψηλή στρατηγική του Ηρακλείου



Το κεντρικό στρατηγικό πρόβλημα του Ηρακλείου, όταν ανέλαβε την αυτοκρατορική εξουσία, ήταν ότι οι πόροι του Βυζαντίου είχαν συρρικνωθεί καταστροφικά. Η απώλεια της Αιγύπτου, της Παλαιστίνης, της Συρίας και της βυζαντινής Μεσοποταμίας μαζί με την απώλεια μεγάλου μέρους των Βαλκανίων ισοδυναμούσε με απώλεια των μισών τουλάχιστον φορολογικών εσόδων. Τα δημοσιονομικά της Αυτοκρατορίας έπληξαν περαιτέρω οι πολεμικές επιχειρήσεις που έλαβαν χώρα στη Μικρά Ασία ζημιώνοντας την οικονομία της. Ο τακτικός στρατός είχε καταρρεύσει σε μεγάλο βαθμό με τους εμφύλιους πολέμους και τις περσικές επιθέσεις. Ο Ηράκλειος είχε στη διάθεση του λιγοστά μόνο απομεινάρια του παλαιού τακτικού στρατού του 6ου αιώνα. Μόνο στη θάλασσα διατηρείτο αδιαμφισβήτητη η βυζαντινή υπεροχή, η οποία συνέβαλε αποφασιστικά στην αποτυχία της αβαρο-περσικής επίθεσης κατά της Κωνσταντινούπολης το 626.

Πέρα από τη συρρίκνωση των υλικών της πόρων η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ταλανιζόταν από ισχυρά πλήγματα στην εσωτερική της νομιμοποίηση, που κλόνισαν τη συνοχή της ενώπιον των εξωτερικών εχθρών.

Πρώτον, η στάση του Φωκά άνοιξε τον δρόμο για συχνές αμφισβητήσεις της αυτοκρατορικής εξουσίας από στρατηγούς που εποφθαλμιούσαν τον αυτοκρατορικό θρόνο. Κατά τον 6ο αιώνα είχε σημειωθεί μία μόνο απειλητική στάση, του Βιταλιανού κατά του Αναστασίου, που είχε συντριβεί έπειτα από σημαντικό εμφύλιο πόλεμο. Η στάση του Βιταλιανού ωστόσο έλαβε χώρα σε περίοδο εξωτερικής ειρήνης. Τη στάση του Φωκά ακολούθησαν σε καιρό πολέμου η στάση του Ναρσή και η επιτυχής στάση του Ηρακλείου, ο οποίος με τη σειρά του αμφισβητήθηκε κατά τα πρώτα δύο χρόνια της βασιλείας του από τον Κομεντιόλο, αδελφό του Φωκά και αρχιστράτηγο της Ανατολής, και από τον διάδοχο του Πρίσκο. Η εξουσία του Ηρακλείου εδραιώθηκε, μόνο όταν ο Πρίσκος καθαιρέθηκε και δικάσθηκε από τη σύγκλητο στην Κωνσταντινούπολη το 612.

Δεύτερον, οι θρησκευτικές διαιρέσεις της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας κλιμακώθηκαν στις αρχές του 7ου αιώνα. Η εκκλησία ήταν βαθιά διαιρεμένη μεταξύ χαλκηδόνιων και μονοφυσιτών. Καθώς ο Φωκάς ακολούθησε σκληρή πολιτική κατά των μονοφυσιτών, απογοήτευσε τους πληθυσμούς της Συρίας και της Αιγύπτου, στους οποίους η αίρεση αυτή ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη. Όταν οι Πέρσες εισέβαλαν στις χώρες αυτές, φρόντισαν να ακολουθήσουν πολιτική ανοχής έναντι των μονοφυσιτών, οι οποίοι ως εκ τούτου σταμάτησαν να αγωνίζονται υπέρ του Βυζαντίου. Ακόμα χειρότερη ήταν η κατάσταση αναφορικά με θρησκευτικές μειονότητες όπως οι εβραίοι, οι οποίοι είχαν υποστεί σημαντικές διοικητικές διακρίσεις σε βάρος τους από τις βυζαντινές αρχές, ιδίως από την εποχή του Ιουστινιανού, και οι οποίοι τώρα εξεγέρθηκαν ένοπλα κατά της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και συνέπραξαν ενεργά με τους Πέρσες.

Ο στόχος του Ηρακλείου ήταν να επαναφέρει την Αυτοκρατορία στο εδαφικό status quo του 603. Δεδομένης της καταστροφικής συρρίκνωσης των αυτοκρατορικών πόρων, ο στόχος αυτός ήταν εφικτός μονάχα με μια ριζική κινητοποίηση της βυζαντινής κοινωνίας. Η κινητοποίηση αυτή συνεπαγόταν αλλαγές στη σχέση κράτους και κοινωνίας. Η κοινωνία δέχθηκε τεράστιες θυσίες. Οι χρηματικοί μισθοί στον στρατό και στη δημόσια διοίκηση μειώθηκαν κατά το ήμισυ και οι νέες πληρωμές γίνονταν στο υποτιμημένο νέο ασημένιο νόμισμα. Η δωρεάν διανομή άρτου στους απόρους καταργήθηκε. Η εκκλησία έδωσε τους θησαυρούς της. Από την άλλη πλευρά το κράτος προσαρμόσθηκε ιδεολογικά. Ο αγώνας του έπρεπε να γίνει αγώνας της κοινωνίας. Την απόμακρη Raison d'État του Ιουστινιανού αντικατέστησε ο θρήσκος εθνικισμός του Ηρακλείου. Ο Ακάθιστος Ύμνος και η επαναφορά του Τιμίου Σταυρού στην Ιερουσαλήμ αποτελούν βαθύτατα λαϊκά σύμβολα -ακόμα και σήμερα-, τα οποία δείχνουν πόσο έντονη ήταν η συναισθηματική ταύτιση της ορθόδοξης κοινωνίας με τον αγώνα του Ηρακλείου. Η αλλαγή της επίσημης γλώσσας του κράτους προς το τέλος του μεγάλου πολέμου από τα λατινικά στα ελληνικά ήταν φυσιολογική κρατική προσαρμογή στην κοινωνία κάτω από τις νέες ιδεολογικές περιστάσεις. Αντί το κράτος να είναι ένα απόμακρο μανδαρινάτο με τη δική του γλώσσα -τα λατινικά ήταν ιδιαίτερα βαριά και επίσημα-, προσέγγισε την κοινωνία με την οικειοποίηση της γλώσσας της.

Παράλληλα ωστόσο ο Ηράκλειος υπήρξε συνεχιστής των παραδόσεων της ύστερης αρχαιότητας. Από τη μία πλευρά η βασιλεία του αποτελεί κρίσιμο σημείο στη μακροχρόνια μετεξέλιξη της Αυτοκρατορίας από την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα στον ελληνορθόδοξο βυζαντινό μεσαίωνα• από την άλλη πλευρά ο Ηράκλειος συντέλεσε στη διατήρηση των παραδόσεων του ρωμαϊκού κράτους και της υψηλής στρατηγικής του Ιουστινιανού. Στα πλαίσια του μεγάλου πολέμου η συντηρητική πλευρά του Ηρακλείου φαίνεται όχι μόνο από τους στόχους του, την επιστροφή δηλαδή στο εδαφικό status quo του 6ου αιώνα, που συνεπαγόταν συνύπαρξη με τους μονοφυσίτες της Συρίας και της Αιγύπτου, αλλά και από τις μεθόδους του. Η θρησκευτική-εθνικιστική κινητοποίηση της βυζαντινής κοινωνίας συνδυάσθηκε με τις εγγενώς «ελιτίστικες» μεθόδους της διπλωματίας του Ιουστινιανού. Η διάσταση μεταξύ των δύο αυτών στοιχείων προκάλεσε πολιτικές τριβές, όπως θα φανεί παρακάτω, όταν εξετασθεί η εξισορροπητική διπλωματία του Ηρακλείου.

Μια ακόμα πτυχή της υψηλής στρατηγικής του Ηρακλείου πρέπει να σημειωθεί, πριν προχωρήσουμε στις επί μέρους διαστάσεις της. Όταν ο Ηράκλειος αποφάσισε να επιτεθεί στην καρδιά της περσικής αυτοκρατορίας, αντί να αρκεσθεί οτη διατήρηση όσων του είχαν απομείνει, τα έπαιξε όλα για όλα σε μια ζαριά. Αν η επίθεση του είχε αποτύχει, αν ο στρατός του είχε ηττηθεί και διαλυθεί, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία θα είχε ελάχιστες πλέον εφεδρείες. Έχοντας κυριολεκτικά ρευστοποιήσει τα χρυσαφικά της, είχε συγκεντρώσει τις έσχατες δυνάμεις της στο εγχείρημα του Ηρακλείου. Αν ο Ηράκλειος είχε αποτύχει, η Μικρά Ασία θα έπεφτε πιθανότατα στους Πέρσες, αφήνοντας την Κωνσταντινούπολη ουσιαστικά χωρίς επαρχίες και χωρίς φορολογικά έσοδα, ένα απόρθητο αλλά απομονωμένο φρούριο, καταδικασμένο σε μαρασμό. Στην περίπτωση του Ηρακλείου ωστόσο η τύχη ευνόησε τους τολμηρούς και ο θρίαμβος του τον ανέβασε σε τέτοια ύψη στη συλλογική μνήμη της ελληνικής ορθοδοξίας, που μόνο δύο άλλοι βυζαντινοί αυτοκράτορες προσεγγίζουν: ο Μέγας Κωνσταντίνος και ο Βασίλειος Β' Βουλγαροκτόνος.

Χ.Παπασωτηρίου
«Βυζαντινή Υψηλή Στρατηγική 6ος-11ος αιώνας»
Εκδόσεις Ποιότητα – 2001
Σελ. 120-123

Ετικέτες

Σύνδεσμοι

eXTReMe Tracker