Ananda K. Coomaraswamy - Tι είναι τέχνη ;
Στην τυπική κοινωνία, όπως τη συνέλαβε o Πλάτωνας, ή όπως πραγματώθηκε στον φεουδαρχικό κοινωνικό ιστό ή στο σύστημα των καστών, η απασχόληση έχει τον χαρακτήρα αποστολής και συνήθως είναι κληρονομική. Σκοπός ήταν να ασκεί τουλάχιστον ό κάθε άνθρωπος το χρήσιμο επάγγελμα πού εκ φύσεως του ταιριάζει, και μέσω του οποίου συνεπώ; μπορεί να υπηρετήσει βέλτιστα την κοινωνία όπου ανήκει, και συνάμα να πραγματώσει τη δική του τελείωση. Εφόσον ο καθένα; χρησιμοποιεί πράγματα φτιαγμένα με τέχνη, όπως δηλώνει ο όρος «τεχνούργημα», και κατέχει μια τέχνη κάποιου είδους, είτε ζωγραφική, γλυπτική, σιδηρουργία, πλεκτική, μαγειρική ή τη γεωργική τέχνη, τότε δεν υπάρχει ανάγκη γενική; ερμηνείας της φύσης της τέχνης, αλλά σκοπός είναι η μετάδοση της γνώσης επιμέρους τεχνών σ' εκείνους που πρόκειται να τις ασκήσουν. Αυτή η γνώση μεταβιβάζεται κανονικά από τον δάσκαλο στον μαθητευόμενο, χωρίς να υπάρχει καμμιά ανάγκη για «σχολές τεχνών». Μια τέτοιου είδους ολοκληρωμένη κοινωνία μπορεί να λειτουργήσει αρμονικά για χιλιετίες, με την απουσία εξωτερικής επέμβασης.
Από την άλλη πλευρά η ομαλή ζωή αναρίθμητων ανθρώπων μπορεί να καταστραφεί σε μια γενιά από το αφανιστικό άγγιγμα του πολιτισμού μας· η τοπική αγορά ξεχειλίζει από μια ποσοτική παραγωγή πού ο υπεύθυνος τεχνίτης δεν μπορεί να ανταγωνιστεί· η αποστολική δομή της κοινωνίας με τη συντεχνιακή της οργάνωση και τα ανάλογα πρότυπα εργασίας, υποσκάπτεται· ο καλλιτέχνης απογυμνώνεται από την τέχνη του και αναγκάζεται να βρεί μια «δουλειά» μέχρι πού τελικά η αρχαία κοινωνία βιομηχανοποιείται και συρρικνώνεται στο επίπεδο κοινωνιών όπως οι δικές μας, στις όποιες ως προτεραιότητα της ζωής τίθεται η επικερδής «δουλειά». Μπορεί κανείς να αναρωτηθεί ότι τα δυτικά κράτη φοβούνται και μισούν άλλους λαούς, όχι μόνο για προφανείς πολιτικούς ή οικονομικούς λόγους, αλλά ακόμα πιο βαθιά, ενστικτωδώς σχεδόν, για πνευματικούς λόγους;
Τι είναι τέχνη, ή μάλλον τι ήταν τέχνη; Κατά πρώτο λόγο η κυριότητα του καλλιτέχνη, ένα είδος γνώσης και ικανότητας με την οποία γνωρίζει, όχι ό,τι πρόκειται να φτιαχτεί, αλλά πώς να φαντάζεται τη μορφή του πράγματος πού πρόκειται να φτιαχτεί, και πώς να ενσωματώνει αυτή τη μορφή σ' ένα κατάλληλο υλικό, έτσι ώστε το τελικό τεχνούργημα να μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Ο ναυπηγός «χτίζει» το καράβι, όχι για αισθητικούς λόγους, αλλά για να μπορούν οι άνθρωποι να πλέουν στο νερό είναι σίγουρο ότι το καλοχτισμένο πλοίο θα είναι και όμορφο, όμως ό ναυπηγός δεν πάει να εργαστεί για να φτιάξει κάτι όμορφο- είναι αυτονόητο ότι μια καλοφτιαγμένη εικόνα θα είναι όμορφη, με άλλα λόγια ότι θα τέρψει όταν τη δούν εκείνοι προς χρήση των οποίων φτιάχτηκε, όπως και ο δημιουργός μιας προτομής χύνει τον μπρούτζο στο καλούπι με κύριο σκοπό αυτό πού θα φτιάξει να είναι χρήσιμο και όχι να στηθεί σαν στολίδι στην προθήκη του μουσείου.
Συνεπώς η τέχνη μπορεί να οριστεί ως ή ενσωμάτωση στο υλικό μιας εκ των προτέρων σχηματισμένης μορφής.
Ananda K. Coomaraswamy
«Η Χριστιανική και
Ανατολική Φιλοσοφία
Της Τέχνης»
Εκδ. Πεμπτουσία, 1994.
Σελ. 15-16
Εικόνα εξωφύλλου: Εξαπτέρυγο απο ασήμι, Κωνσταντινούπολη, 6ος αιώνας.