Παρασκευή, Απριλίου 27, 2007

Zήσιμος Λορεντζάτος – Κ.Καβάφης

Image Hosted by ImageShack.us


Οχι μοναχά πίστεψε, αλλά και αγάπησε o Καβάφης την τέχνη του, σε σημείο να την κάνει σκοπό της ζωής του, και τελικά ζωή του. Όταν οι Κωσταντινουπολίτες Καβάφηδες, πού είχαν μετοι­κήσει στην Αίγυπτο από το 1840 - ο πατέρας πεθαίνει το 1870 - έχασαν κάποτε τα χρήματα τους, ο ποιητής δεν απελπίστηκε. Αντί­θετα με άλλους ποιητές ή ανθρώπους των γραμμάτων, ο Καβάφης πίστευε πώς ένα επάγγελμα βιοποριστικό δεν εμποδίζει, αλλά βοη­θάει ένα επάγγελμα μη βιοποριστικό. «Μία άλλη ένασχόλησις - μια βιοποριστική εργασία οιαδήποτε, όχι βέβαια τόσο βαρεία ή τόσο μακριά που να τον παίρνει όλον του τον καιρό - είναι μεγάλο πλεο­νέκτημα για τον καλλιτέχνην», γράφει σε ένα σημείωμα με τα περιφερειακά ελληνικά του (Κ. Π. Καβάφη, Ανέκδοτα Σημειώματα. Παρουσίαση Γ. Π. Σαββίδης, «Έρμης» 1983, σελ. 41).

Ύστερα από περιπλάνηση σε Αγγλία και (λιγότερο) Κωσταντινούπολη, το 1885 γυρίζει, καθώς ξέρομε, στην Αλεξάντρεια οριστικά και από το 1892 εργάζεται εκεί, υπάλληλος στην Υπηρεσία Αρδεύ­σεων - που τη διοικούν Άγγλοι - ως το 1922, τριάντα χρόνια. Την υποχρέωση του στην κοινωνία ο Καβάφης την πλήρωσε. Αλλά και αν δε δούλευε βιοποριστικά - αν είχε ανεξαρτησία οικονομική - πάλι θα πλήρωνε με φόρους την υποχρέωση του. Αντίθετα, ποτέ δεν πληρώθηκε (μήτε ήταν δυνατό να πληρωθεί) από κανένα για την τέχνη του, και το κοινωνικό σύνολο του χρωστάει πάντα όση σκληρή δουλειά έκανε ολάκερη τη ζωή του, δίχως να πληρωθεί. Ωστόσο, δίχως την ποιητική δουλειά του Καβάφη, το ελληνικό (o altra cosa) σύνολο θα ήταν σήμερα σημαντικά φτωχότερο. Αυτό επωφελήθηκε τελικά. Και το επιμύθιο (παρμένο από άλλα καβα­φικά συμφραζόμενα):

Μα η κοινωνία που
ήταν σεμνότυφη πολύ
συσχέτιζε κουτά.
(1927).

Από το 1907 ως το τέλος της ζωής του, είκοσι έξι χρόνια, ο Καβάφης κατοικεί μόνιμα 10 Rue Lepsius, στο δεύτερο πάτωμα. Είναι σαράντα τεσσάρων χρονών και εκεί θα ζήσει τα υπόλοιπα χρόνια της ωριμότητας του. Σκοπός της ζωής του και ζωή του, η ποίηση. Όντας σχεδόν ένα από τα αξιοθέατα της Αλεξάντρειας, ο Ε. Μ. Forster αφιερώνει τη δεύτερη έκδοση (1938) του βιβλίου του Αlexandria, a History and a Guide στον ποιητή Καβάφη, πέντε χρόνια ύστερα από το θανατό του (1933).

So far so good, που λεν οι Εγγλέζοι.

Zήσιμος Λορεντζάτος
«Ένας Ποιητικός Περίπατος»
Εκδ. Δόμος, Αθήνα 1999.
Σελ. 12-13

Ετικέτες

Τετάρτη, Απριλίου 25, 2007

Πάνος Θεοδωρίδης – Άγιος Παράμονος

Image Hosted by ImageShack.us

Εκα­να τρέμοντας την πρώτη δοκιμή. Δεν έγινε τίποτα. Συνέχισα με υπομονή και μεράκι γύρω στη βδομάδα, καθαιρώ­ντας τα ύποπτα σημεία του μηχανισμού και αλλάζοντας τα. Τίποτα πάλι. Ο άγιος παρέμενε αλώβητος από υγρα­σία - ένα μυστήριο που πήγαινε όλο αυτό το νερό. Δοκίμασά με λάδι, με κρασί, με αλλά υγρά, μυστικά, δικά μου, κολλώδη ή μαλακά. Είχα ξεχάσει τις άλλες μου δου­λειές πεισματωμένος καί πειραματιζόμουνα ρακένδυτος, χωρίς χρήματα, μόνο για το αξιοπερίεργο του πράγματος. Αυτά τελείωσαν όλα το Μέγα Σάββατο όταν εμφανίστηκε έξαλλος ο Νεόφυτος κι έσπασε το ρολό, και ό,τι ήταν εύκαιρο από τον μηχανισμό και με έδιωξε από τον ναό του, βρίζοντας με αγύρτη και απατεώνα. Δεν μπορούσα να καταλάβω τί συνέβαινε. Το βράδυ πού μ' έδιωξε κοιμήθη­κα ανήσυχο ύπνο έξω από τίς αποθήκες του λιμανιού, στη ζεστή στάχτη ενός λουτρού, μαζί με άλλους κακότυχους της ζωής. Είδα τότε στον ύπνο μου τον Άγιο Παράμονο να με μαλώνει και να μου λέει:

«Πώς τόλμησες, κακόμοιρε, να ξεπεράσεις σε ανομία τον Κάιν, βάζοντας την τεχνική σου πάνω από τους ανθρώπους και πέρα από τον Θεό; Πάσχα Κυρίου αύριο. Έλα να με δεις και να προσκυνήσεις».

Νωρίς μπήκα στον ναό του Αγίου Παραμόνου, σπρώ­χνοντας με κόπο το ταραγμένο πλήθος πού γέμιζε τον χώρο ασφυκτικά. Πλησιάζω τον άγιο Παράμονο καί ευθύς πέφτω στα γόνατα. Ό άγιος έδάκρυζε! Μόνος του, χωρίς τα μηχανήματα μου καί την τέχνη μου, μόνος του ο γεννάδας μου απέδειξε πώς η θαυματουργία υπάρχει έξω από μένα, έξω από το ανθρώπινο σύστημα, πώς ενώ πίστευα σ' όλη μου τη ζωή ότι δημιουργούσα εγώ τα θαύματα, στην ουσία ήμουνα όργανο της θείας χάριτος, και μόλις την καθύβρισα, με ξεπέρασε και θριάμβευε χω­ρίς τη θνητή μου ικανότητα.

Αυτός ο παραπληγικός πού σέρνω μαζί μου είναι ο Νεόφυτος, Κατέρρευσε μόλις είδε το θαΰμα και τιμωρή­θηκε για την ολιγωρία του. Λυπηθείτε μας, γέροντα, και δεχτείτε μας στο μοναστήρι σας. Ό Νεόφυτος δεν ημπο­ρεί να κάνει τίποτα, αλλ' εμένα πιάνουν τα χέρια μου, καθώς σας αφηγήθηκα. Χρήσιμος πάντοτε ο τεχνίτης σ' ένα κοινόβιο.


Πάνος Θεοδωρίδης
«Τι εφύλαγεν αυτός ο Χαμαιδράκων»
Εκδ. Κέδρος, 1996
Σελ.145-146

Ετικέτες

Τρίτη, Απριλίου 24, 2007

Zαν Μπωντριγιάρ – Η κοινωνία της κατανάλωσης.

Image Hosted by ImageShack.us

Όπως έλεγε ο Μάρξ για τον Ναπολέοντα Γ', συμβαίνει κάποτε τα ίδια γεγονότα να εμφανίζονται δυο φορές στην ιστορία: την πρώτη έχουν μια πραγματική ιστορική βαρύτητα, τη δεύτερη δεν είναι παρά η γελοιογραφική επίκληση, η γκροτέσκα μετα­μόρφωση της προηγούμενης — και ζούν από μια μυθική ανα­φορά.

Έτσι η πολιτιστική κατανάλωση μπορεί να οριστεί ως χρόνος και τόπος της γελοιογραφικής αναβίωσης, της παρωδιακής επίκλησης εκείνου που πια δεν υπάρχει — εκείνου που έχει «καταναλωθεί» με την πρώτη έννοια του όρου (που έχει ξοδευτεί και εξαντληθεί). Αυτοί οι τουρίστες που πάνε με λεω­φορείο στον Βόρειο Πόλο για να επαναλάβουν τις χειρονομίες των χρυσοθήρων, και στους οποίους νοικιάζουν ένα ραβδί κι έ­να χιτώνιο Εσκιμώου για να δοθεί τοπικό χρώμα, αυτοί οι άν­θρωποι καταναλώνουν: καταναλώνουν με τελετουργικό τρόπο κάτι που υπήρξε ιστορικό γεγονός και έχει βίαια επανενεργοποιηθεί ως θρύλος. Στην ιστορία η διαδικασία αυτή αποκαλεί­ται παλινόρθωση: είναι μια διαδικασία απάρνησης της ιστορίας και καθηλωτικής αναβίωσης προγενέστερων μοντέλων.

Η κατανάλωση είναι κι αυτή εμποτισμένη στο σύνολο της από τούτη την αναχρονιστική ουσία: η ESSO σας προσφέρει στους χειμερινούς σταθμούς της τη ζέστη της φωτιάς και όλα τα συ­στήματα μπάρμπεκιου: χαρακτηριστικό παράδειγμα — είναι οι κύριοι της βενζίνης, οι «ιστορικοί εξολοθρευτές» της φωτιάς και της συμβολικής της σημασίας, που σας την ξανασερβίρουν ως νεο-φωτιά ESSO. Αυτό που καταναλώνεται εδώ είναι η ταυτό­χρονη, ανάμικτη, συνένοχη απόλαυση του αυτοκινήτου και του εκλιπόντος γοήτρου όλων εκείνων των πραγμάτων που το αυ­τοκίνητο σήμανε το θάνατο τους — γόητρο που αναβιώνει χά­ρη στο αυτοκίνητο! Δεν πρέπει να δούμε εδώ μια απλή νοσταλ­γία του παρελθόντος: μέσα απ' αυτό το «βιωματικό» επίπεδο περνάει ο ιστορικός και δομικός ορισμός της κατανάλωσης: η έξαρση των σημείων στη βάση μιας απάρνησης των πραγμάτων και του πραγματικού. Είδαμε ότι η περιπαθής υποκρισία των μικροειδήσεων, μεσ' από τη μαζική επικοινωνία εξαίρει την ηρεμία της καθη­μερινής ζωής επιστρατεύοντας όλα τα σημεία της καταστροφής (θανάτους, δολοφονίες, βιασμούς, επανάσταση).

Όμως ο ίδιος περιπαθής πλεονασμός των σημείων είναι παντού αναγνωρίσι­μος: εξύψωση των τόσο νέων και των πολύ γέρων, συγκίνηση, στην πρώτη σελίδα για τους γάμους γαλαζοαίματων, ύμνος των μαζικών μέσων στο σώμα και τη σεξουαλικότητα — παντού βρισκόμαστε μπροστά στην ιστορική κατάρρευση ορισμένων δομών που κατά κάποιο τρόπο γιορτάζουν, υπό την αιγίδα της κατανάλωσης, την πραγματική τους εξαφάνιση μαζί με τη γελοιογραφική αναβίωση τους . Η οικογένεια διαλύεται; Της πλέ­κουν το εγκώμιο. Τα παιδιά δεν είναι πια παιδιά; Καθαγιάζουν την παιδική ηλικία. Οι γέροι βρίσκονται μόνοι, εκτός κυκλώματος; Όλοι σκύβουν τρυφερά πάνω στα γηρατειά. Και πιο κα­θαρά ακόμη: εξυμνούν το κορμί καθόσον ακριβώς οι πραγματι­κές του δυνατότητες ατροφούν και καταδιώκεται ολοένα περισσότερο από το σύστημα των πολεοδομικών, επαγγελματι­κών και γραφειοκρατικών καταναγκασμών και ελέγχων.


Zαν Μπωντριγιάρ
Απόσπασμα από το βιβλίο του «La societe de consοmmation»
«Η Κουλτούρα των μέσων»
Εκδ. Αλεξάνδρεια
Σελ. 263 -265

Ετικέτες

Kάλλιστος Ware – Η πρόκληση της επόμενης Χιλιετίας.

Image Hosted by ImageShack.us

Υπάρχει, τέταρ­τον, η καταστροφική οικολογική τραγωδία, η οποία, όπως ο Βρετανός ορθόδοξος συγγραφέας Philip Sherrard πραγματικά έδειξε, συνδέεται άμεσα με την εκτίμηση μας για το τί σημαί­νει να είσαι άνθρωπος. H τραγωδία, οφείλουμε να πούμε, δεν οφείλεται πρωταρχικά σε μια κρίση στο φυσικό περιβάλλον αυτό καθ' αυτό, αλλά σε μια κρίση στην καρδιά του ανθρώπου, μια ανθρωπολογική κρίση· καθώς το βασικό πρόβλημα δεν είναι απλώς τεχνολογικό ή οικο­νομικό, αλλά, βαθύτερα, προσωπικό και πνευ­ματικό. Αν καταστρέφουμε τα δάση και την άγρια πανίδα, και αν δηλητηριάζουμε τον αέρα πού αναπνέουμε και το νερό πού πίνουμε, αυτό συμβαίνει γιατί ξεχάσαμε την αυθεντική αν­θρώπινη ταυτότητα μας, την αληθινή σχέση μας ως άνθρωποι με τον υλικό κόσμο και την υψηλή ανθρώπινη κλήση μας ως ιερείς της Δημιουργίας του Θεού. Η εικόνα μας για τον κό­σμο έχει διαστραφεί, επειδή η εικόνα μας για τον άνθρωπο, ή αυτοσυνειδησία μας, έχει αμαυ­ρωθεί. Ουσιαστικά αυτό που φταίει δεν είναι οι επιστημονικές μας ικανότητες άλλα ή θεολο­γία μας περί προσώπου, ή μάλλον ή έλλειψη μιας τέτοιας θεολογίας.

H προσωπική μου αίσθηση της ανθρώπι­νης ευθύνης απέναντι στη φύση αυξήθηκε εν­τυπωσιακά, περίπου σαράντα χρόνια πρίν, όταν ήμουν διάκονος στη Μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην Πάτμο, και γνωρίστηκα με τον πνευματικό πατέρα του νησιού, τον αρχιμαν­δρίτη Άμφιλόχιο (Μάκρη). Είχε μια ιδιαίτερη αγάπη για τα δέντρα. «Ξέρετε», συνήθιζε να λέει, «ότι o Θεός είπε και μίαν άλλην έντολήν, που δέν είναι γραμμένη μέσα στη Γραφή; είναι η εντολή; να αγαπάτε τα δένδρα». Ήταν πεπεισμένος ότι οποιοσδήποτε δεν αγαπά τα δέν­τρα, δεν αγαπά τον Χριστό. «Οποιος φυτεύει ένα δένδρο», μας έλεγε, «φυτεύει ελπίδα, φυτεύει ειρήνη, φυτεύει αγάπη, και έχει τις ευλογίες του Θεού». Η αγάπη του για τα δέντρα δεν παρέμενε απλά θεωρητική, όταν οι ντόπιοι αγρότες πήγαιναν σ' αυτόν για εξομολόγηση, συνήθιζε να τους δίνει ως έπιτίμιο το να φυτεύουν ένα δέντρο. Η επιρροή του μεταμόρφωσε την εμφά­νιση του νησιού: λοφοπλαγιές οι οποίες ήσαν άπο εκατό χρόνια απογυμνωμένες, σήμερα είναι πυκνά σκεπασμένες με πεύκα και ευκαλύπτους.

Επισκόπου Διοκλείας
Κάλλιστου Ware
«Η Ορθόδοξη Θεολογία στον 21ο αιώνα»
Εκδ. Ίνδικτος, 2005
Σελ. 29-31

Ετικέτες

Παρασκευή, Απριλίου 20, 2007

Philip Sherrard – Ο βιασμός του ανθρώπου και της φύσεως.

Image Hosted by ImageShack.us


Εδώ θα ήθελα να κάνω μια παρέκβαση για να διαλύσω μια συνηθισμένη παρεξήγηση πού έχει σχέση με το θέμα μας. Όταν αντιπαρατίθενται o μεσαιωνικός και ο σύγχρονος επιστημονικός κόσμος, συχνά λέγεται ότι και ο μεσαιωνικός κόσμος διέθετε επι­στημονικές τεχνικές πού όμως δεν ήσαν εξελιγμένες γιατί κανείς δεν γνώριζε πώς να τις αναπτύξει. Το πράγμα όμως δεν είναι και τόσο απλό. Είναι αλήθεια πώς ο μεσαιωνικός κόσμος διέθετε τις τεχνικές του. Οι τεχνικές όμως αυτές σκόπιμα δεν χρησιμοποιούν­ταν ούτε αναπτύσσονταν πέρα από ένα ορισμένο σημείο, το σημείο εκείνο στο όποιο θα άρχιζαν να παρακωλύουν και να εμποδίζουν αυτό πού ήταν πολύ σπουδαιότερο: την πραγμάτωση της προε­ξάρχουσας πνευματικής αντίληψης της ζωής. Η πρωταρχική φροντίδα εδώ ήταν θρησκευτική κι όχι τεχνική. Η τεχνική πρόο­δος πού θα ανέτρεπε τις υπερισχύουσες αντιλήψεις για την αρμο­νία, την ομορφιά και την ισορροπία, πολύ απλά απορριπτόταν.

Αυτό ίσως να μας φαίνεται περίεργο σήμερα. Έχουμε συνηθί­σει τόσο πολύ στην τεχνική κυριαρχία της Δύσης, ώστε συχνά να φτάνουμε στο σημείο να χαρακτηρίζουμε τη δυτική νοοτροπία γενικά ως πρακτική και συγκεκριμένη, αντιδιαστέλλοντας την από το πνεύμα της απόκοσμης ενατένισης της Ανατολής. Ακόμη δε περισσότερο, διακρίνουμε μια άμεση γραμμική σύνδεση του πνεύ­ματος του Χριστιανισμού, ο οποίος δίνει έμφαση στη Σάρκωση και επομένως, υποτίθεται, στην πραγματικότητα της ύλης, με την εμφάνιση της σύγχρονης επιστημονικής νοοτροπίας και τα επακό­λουθα της, πού είναι η εξερεύνηση και η εκμετάλλευση της φύσης· και αντιπαραθέτουμε αυτό το υλιστικό πνεύμα του Χριστιανισμού στο πιο ύπερβατικοφανές πνεύμα του Ινδουισμού, του Βουδδισμού, ακόμη και του Ισλάμ, για τα όποια ή ύλη τείνει να θεωρεί­ται σαν ένα είδος αυταπάτης, από την οποία λείπει κάθε πραγμα­τική υπόσταση.

Φυσικά ή άποψη αυτή αποτελεί φοβερή υπεραπλούστευση και βρίσκεται εν πολλοίς στον αντίποδα της αλήθειας. Η Ανατολή ήταν αυτή πού μέχρι τη σύγχρονη εποχή διέθετε πρακτικό, «εμπειρικό» πνεύμα, κι όχι η Δύση η Ανατολή κι όχι η Δύση κατείχε τα σκήπτρα των τεχνικών και της τεχνικής προόδου, είτε αυτές προορίζονταν για υλικούς και μαγικούς σκοπούς ή σκοπούς άμεσα συνδεδεμένους με την πραγματοποίηση της πνευματικής ζωής. Η ιδέα της «μεθόδου», είτε αυτή εφαρμόζεται σε υλικές είτε σε πνευματικές τεχνικές, είναι πάνω απ' όλα μια ανατολική ιδέα. Ήταν από την Ανατολή που η αρχαία Ελλάδα, στα χρόνια της παρακμής της, μετά τον δεύτερο π.Χ. αιώνα, δανείστηκε τους διάφορους τεχνικούς μηχανισμούς: παρ' όλο πού πριν από τότε διέθετε σημαντικές επιστημονικές γνώσεις -πού περιλάμβαναν τη γνώση των μηχανών και τη χρήση τους- άρνείτο επίμονα να εκμεταλλευτεί τις ενδεχόμενες τεχνικές τους συνέπειες. Μπορού­με βέβαια να πούμε πώς το ρωμαϊκό πνεύμα ήταν διαφορετικό από το ελληνικό και επιζητούσε να επωφεληθεί από τις συγκεκριμένες καταστάσεις με όλα τα αποτελεσματικά πρακτικά μέσα πού διέ­θετε. Αλλά ακόμη κι εδώ, οι κύριες τεχνικές διαδικασίες - η κατεργασία του χρυσού και του αργύρου, η υαλουργία, η κατα­σκευή οπλών, η αγγειοπλαστική, η ναυπηγική κ.ο.κ. - είχαν ανα­τολική προέλευση.


Φίλιππος Σεράρντ
«Ο βιασμός του ανθρώπου και της φύσεως»
Εκδ. Δόμος, 1994
Σελ.82-83

Ετικέτες

Πέμπτη, Απριλίου 19, 2007

Ιωάννης Ζηζιούλας – Είναι ο άνθρωπος ελεύθερος;

Image Hosted by ImageShack.us


Υπάρχει κάτι στην ανθρώπινη δημιουργικότητα, που δύσκολα θα μπορούσαμε να το αποδώσουμε στη λογική, αφού στην πραγματικότητα αυτό βρίσκεται στον αντίποδα της. Ο άνθρωπος και μόνον ο άνθρωπος, δημιουργώντας τον κόσμο του μπορεί να πάει, πολύ συχνά, αντίθετα στην έμφυτη λογική της φύσεως, του κόσμου πού του δόθηκε. Μπορεί ακόμα και να τον καταστρέψει αυτό τον κόσμο. Και αυτό συμβαίνει, γιατί ο άνθρωπος φαίνεται να προκαλείται από ό,τιδήποτε είναι σ' αυτόν «δεδομένο». Επιθυμώντας να δημιουργήσει το δικό του κόσμο ή απλά να επιβάλει τη θέληση του, ενοχλείται από τον ήδη υπάρχοντα κόσμο. Όλοι οι μεγάλοι καλλιτέχνες το έχουν βιώσει αυτό. Ο Michelangelo συνήθιζε να αναφωνεί : «πότε θα τελειώσω μ' αυτό το μάρμαρο, ώστε να μπορέσω ν’ αρχίσω τη δική μου δουλειά;». Και ο Picasso εμφανίζεται να λέει παρόμοια πράγματα για τις μορφές, τα σχήματα καί τα χρώματα. Ο δημιουργός του κόσμου, εξ άλλου, στον Πλατωνικό Τίμαιο, κατά το πρότυπο του καλλιτέχνη, υποφέρει γιατί πρέπει να δημιουργήσει με προϋπάρχουσα ύλη και χώρο, πού του επιβάλλουν τους ορούς τους.

Κανένας δημιουργός δεν είναι ικανοποιημένος με ο,τι του δόθηκε. Αν υποταχθεί σ' αυτό αισθάνεται δυσφορία και ενόχληση, όπως συμβαίνει με όλους τους δημιουργικούς καλλιτέχνες όλων των εποχών. Αν δεν υποταχθεί σ’ αυτό, θα πρέπει να το καταστρέψει και να δημιουργήσει εκ του μηδενός. Αλλά επειδή η δημιουργία εκ του μηδενός είναι προνόμιο μόνο του ακτίστου Δημιουργού, όλες οι προσπάθειες του ανθρώπου να δημιουργήσει το δικό του κόσμο, είτε στην τέχνη, είτε στην ιστορία, είτε σε οποία άλλη περιοχή του πολιτισμού, τον οδηγούν στην απογοήτευση και το αδιέξοδο. Βέβαια, υπήρξαν στην ιστορία μορφές ανθρώπινης «δημιουργικότητας», πού ήταν αντίγραφο του ίδιου του κόσμου. Όμως κάτι τέτοια πολύ δύσκολα θα τα ονόμαζε κανείς τέχνη. Ο άνθρωπος μοιάζει με τα ζώα σε ό,τιδήποτε συνεπάγεται υποταγή σ’ αυτό πού του δόθηκε. Ό,τιδήποτε είναι ελεύθερο από μια τέτοια υποταγή αποτελεί σημάδι της παρουσίας του ανθρώπου. Αυτό μπορεί να οδηγήσει πολύ μακριά, μέχρι την καταστροφή από τον άνθρωπο αυτού που του δόθηκε. Σ' αυτό το σημείο το ανθρώπινο φαινόμενο προβάλλει ακόμα πιο καθαρά. Γιατί κανένα ζώο δεν θα μπορούσε να εναντιωθεί στην έμφυτη λογικότητα της φύσεως του. Ο άνθρωπος μπορεί να το κάνει αυτό, και κάνοντας το δείχνει ότι το ιδιάζον χαρακτηριστικό του δεν είναι ή λογικότητα, αλλά κάτι άλλο: είναι η ελευθερία. Τί είναι ελευθερία;

Συνήθως χρησιμοποιούμε αυτή τη λέξη, για να δηλώσουμε την ικανότητα επιλογής ανάμεσα σε δύο ή περισσότερες δυνατότητες. Είμαστε ελεύθεροι να έρθουμε ή όχι σ' αυτή τη διάλεξη· είμαστε ελεύθεροι να ψηφίσουμε αυτό ή το άλλο κόμμα, κ.λπ. Άλλα αυτή είναι σχετική καί όχι απόλυτη ελευθερία. Περιορίζεται από τις δυνατότητες πού μας δόθηκαν. Καί ακριβώς αυτό το δεδομένο (αυτό πού μας δόθηκε) αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση για την ελευθερία. Γιατί να επιλέγω ανάμεσα σε ό,τι μου δόθηκε, καί να μην είμαι ελεύθερος να δημιουργήσω τις δικές μου δυνατότητες; Μπορείτε να δείτε πώς το ερώτημα της ελευθερίας καί το ερώτημα της δημιουργίας εκ του μηδενός, είναι αλληλένδετα: αν κάποιος δημιουργεί με υλικό πού του δόθηκε, είναι δεσμευμένος από το υλικό αυτό αν όμως δημιουργεί εκ του μηδενός, τότε είναι ελεύθερος με την απόλυτη έννοια του ορού.

Είδαμε στην προηγούμενη διάλεξη μας ότι η Εκκλησία επέμεινε στην ιδέα ότι ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο από το απόλυτο μηδέν. Μπορούμε να δεχτούμε αυτό πλήρως μόνο αν θελήσουμε να συνδέσουμε την πίστη μας για το Θεό με την απόλυτη έννοια της ελευθερίας: το να είναι κανείς Θεός σημαίνει ότι είναι απόλυτα ελεύθερος, με την έννοια ότι δεν υπόκειται ούτε εξαρτάται από καμιά κατάσταση ή πραγματικότητα, πού Του έχει δοθεί. Γιατί, αν κάτι, ακόμα καί με τη μορφή της δυνατότητας, δόθηκε σ' Αυτόν, αυτό θα σήμαινε ότι κάποιος άλλος ή κάτι άλλο υπάρχει πέρα από Αυτόν, πράγμα πού θα απέκλειε κάθε απόλυτα μονοθεϊστική έννοια περί Θεού, όπως αυτή πού διακηρύσσεται στην Αγία Γραφή.

Αλλά τί συμβαίνει με τον άνθρωπο; Ό άνθρωπος είναι εξ ορισμού κτίσμα. Αυτό σημαίνει ότι ο κόσμος του δόθηκε. Το γεγονός ότι στη βιβλική διήγηση της δημιουργίας ό άνθρωπος εμφανίζεται στο τέλος της δημιουργίας, κάνει τον άνθρωπο διπλά περιορισμένο: του δόθηκε όχι μόνον ό κόσμος, αλλά και ο Δημιουργός Θεός. Μπορεί να διαλέξει ό,τι του αρέσει, αλλά δεν μπορεί να αγνοήσει το γεγονός του «δεδομένου». Επομένως, είναι δυνατόν να πούμε ότι ο άνθρωπος είναι ελεύθερος με την απόλυτη έννοια;

Iωάννου Ζηζιούλα
(Επισκόπου Περγάμου)
«Η Κτίση ως Ευχαριστία»
Εκδ. Ακρίτας.
Σελ. 100-103

Ετικέτες

Σάββατο, Απριλίου 14, 2007

Δημήτρης Χατζής – Η Παράδοση.

Image Hosted by ImageShack.us

Η παράδοση κάθε λαού είναι η εθνική του ιστορία. Δεν ξέρω για κανέναν λαό άλλη παράδοση έξω από την πορεία της εθνικής του ανάπτυξης, μια πορεία πού περιλαβαίνει την εξω­τερική και εσωτερική του ιστορία, τις πολιτικές του τύχες, τους κοινωνικούς σχηματισμούς και μετασχηματισμούς πού συγκρότησε και πού ξεπέρασε, και την πνευματική του δη­μιουργία. Έτσι νομίζω και για το Νέο Ελληνισμό.

Αν παρά­δοση του δεν είναι κάποια «αιωνία έλληνικότης» και δεν είναι η ταύτιση του με το λαϊκό του πολιτισμό της κλειστής, αγρο­τικής μεσαιωνικής του κοινότητας, τότε και του Νέου Ελλη­νισμού η παράδοση δεν είναι παρά η εθνική του ιστορία, πού δεν υπάγεται σ' αυτά αλλά τα εμπεριέχει και αυτά σαν στοι­χεία της: και τον Ελληνισμό της δηλαδή και το λαϊκό του πολιτισμό.

Μπορούμε, λοιπόν, να συζητήσουμε τι είναι το περιεχό­μενο του όρου παράδοση και αν παράδοση του κάθε λαού είναι μόνο η παράδοση του λαϊκού του πολιτισμού ή το σύνολο της εθνικής του ιστορίας.

Δημήτρης Χατζής
Αθήνα 1980
«Το Πρόσωπο του Νέου Ελληνισμού»
Εκδόσεις Ροδακιό
Σελ. 169.

Ετικέτες

Δημήτρης Χατζής – Τι είναι «Εθνικό».

Image Hosted by ImageShack.us

O καθηγητής της Ιστορίας και ακαδημαϊκός κ. Κ. Άμαντος δεν είναι συνοδοιπόρος της Αριστεράς, Είναι ένας σοβα­ρότατος αντίπαλος της στον ιδεολογικό τομέα. Η σκέψη του παραμένει βαθύτατα διαποτισμένη από τη Μεγάλη Ιδέα και η ιστορική του κρίση κινείται μέσα στα καθιερωμένα πλαίσια της. Συνέβη μάλιστα τώρα τελευταία ο κ. καθηγητής, από κα­κοτυχία φυσικά, να εμφανιστεί λίγες μέρες μετά τη δολοφο­νία του Ζέβγου με ένα άρθρο του, τυπωμένο από γρηγορότερα στη Νέα Εστία, τόσο αυστηρά γραμμένο για τον αγωνιστή και διανοούμενο, πού είχε στο μεταξύ καθαγιάσει τη θέση του στα έλληνικά γράμματα με τη θυσία της ζωής του, ώστε αδι­κούσε πλέον τον εαυτό του.

Δέν είναι ωστόσο δυνατό να παραγνωρισθεί ούτε ο όγκος της ιστοριογραφικής και ίστοριοδιφικής εργασίας του κ. Άμαντου ούτε η αντικειμενική κρίση του και η θετική επιστη­μονική συμβολή του σε πλήθος επιμέρους ζητήματα της Ιστο­ρίας μας, πού καταπιάστηκε και φώτισε, ούτε το ήθος του πνευματικού ανθρώπου πού τον διακρίνει στη μακριά σταδιο­δρομία του επιστήμονα και του δασκάλου. Μένοντας πι­στός στο αξεπέραστο από την αστική σκέψη σχήμα της Με­γάλης Ιδέας, ο κ. Άμαντος δεν κατέβηκε ωστόσο ποτέ στην ευτέλεια των εμπόρων της. Και μη έχοντας δώσει μιά γενική σύνθεση των ιστορικών προβλημάτων γύρω από το βασικό θέμα της δημιουργίας των προϋποθέσεων του Νεοελληνισμού μέσα στο Βυζάντιο, έφώτισε ωστόσο με ακάματη εργατικό­τητα -ζώντας κάτω από τις γνωστές συνθήκες όλων των εντιμών Ελλήνων διανοουμένων- ένα πλήθος μερικότερα ζη­τήματα της ελληνικής ιστορίας των χρόνων αυτών. Η εργα­σία του παραμένει σημαντικότατη, και σε όγκο και σε αξία, για την αυριανή θεμελίωση της ελληνικής ιστοριογραφίας, α­παλλαγμένης από τη μοιραία προκατάληψη πού καταντάει σε εξευτελιστική υποτίμηση των δεδομένων πού συγκροτούν τη νεοελληνική εθνότητα και των ιστορικών και πολιτιστικών στοιχείων πού κατοχυρώνουν και μάλιστα αγιάζουν το δικαίω­μα της υπάρξεως της.

Από την άποψη αυτή, η Αριστερά δε θα αρνηθεί, στον ιδεολογικό αντίπαλο της ότι η εργασία του ανήκει στο Έθνος, όπως κάθε χρήσιμη και ανιδιοτελής εργασία και προσπάθεια, γόνιμη καταβολή για την Αναγέννηση, πού ο νεοελληνικός κόσμος δεν έπαψε κάτω από τις σημερινές ακόμη συνθήκες να ετοιμάζει.

Δεν έχει όμως την ίδια αντίληψη το σημερινό κράτος. Δε χρειάζεται το σημερινό κράτος ούτε τον Άμαντο ούτε την ερ­γασία του. Καλεί βέβαια ο υπουργός των Στρατιωτικών σε συναγερμό τους διανοούμενους, αλλά ο «συναγερμός» έχει τη σαφή έννοια της στράτευσης στον Εμφύλιο Πόλεμο και οι «διανοούμενοι» δεν μπορούν να είναι άλλοι από εκείνους πού θα δείχνονταν πρόθυμοι γι' αυτή την έθνοκτόνα άδιανοησία: εν­νιά χιλιάδες τετρακόσιοι πενήντα είναι οι τόνοι το χαρτί πού έχει μέχρι σήμερα εισαχθεί από την απελευθέρωση μαζί με το τελευταίο από τη Ρωσία φορτίο. Και απ' αυτόν τον κατακλυ­σμό του χαρτιού έχει καταγγελθεί από δημοσιογραφικά όρ­γανα της κυβερνητικής παρατάξεως ότι το μεγαλύτερο μέρος διέθεσε το κράτος για «εθνικές εκδόσεις». Όπως το σημε­ρινό κράτος νιώθει τι είναι «εθνικό», στις εκδόσεις αυτές δεν μπορούσε να περιληφθεί ο δεύτερος τόμος της Ιστορίας τον Βυζαντινού Κράτους (867-1204) πού κυκλοφόρησε τις τελευ­ταίες μέρες, τυπωμένος από τον «Ίκαρο» με έξοδα του Γαλλικού Ινστιτούτου. Εθνικές εκδόσεις για το σημερινό κρά­τος δεν μπορούν να είναι παρά τα ελεεινά φυλλάδια όπου οι τενεκέδες της σκέψεως, πού συνεγείρει και επιστρατεύει ο υπουργός του, χτυπούν τα ταμ ταμ της μεταδεκεμβριανής ζούγκλας. Και αν δε βρισκόταν το Γαλλικό Ινστιτούτο να αναλάβει την έκδοση, το βιβλίο του Άμαντου δε θα μπορούσε να εκδοθεί, όπως μας πληροφορεί ο ίδιος στον πρόλογο του. Τυπωμένο τώρα άπο ένα ξένο πνευματικό ίδρυμα, απλησία­στο για το ευρύ κοινό με την εμπορική τιμή των τριάντα χι­λιάδων δραχμών, παραμένει ένα ακόμα, μαζί με τα τόσα άλ­λα, μνημείο του κρατικού σκοταδισμού.

Δημήτρης Χατζής
Ελεύθερη Ελλάδα, 27-5-1947
«Το Πρόσωπο του Νέου Ελληνισμού»
Εκδόσεις Ροδακιό
Σελ. 163-165

Ετικέτες

Δημήτρης Χατζής - To φίφτυ-φίφτυ στον έρωτα!

Image Hosted by ImageShack.us

Έτσι τον έμαθα και τον έρωτα. Έμαθα πώς είναι μεγαλύτερος απ’ τον άνθρωπο, είναι, λοιπόν, ακατόρθω­τος. Μια φαντασία για κάποιον καιρό και καταλαγιάζει, σκορπίζεται. Και πρέπει, λέω, να 'ναι πολύ σπάνιο πρά­μα -της τύχης ολότελα- τα δυο πλάσματα να μπορούν να μείνουν ενωμένα, έτσι πού το θέλαμε εμείς. Ό συμβιβασμός πού μπορούν να κάνουν -ορίστε, τον έκανα εγώ- δεν είναι για να σώσουν τον έρωτα, είναι για να τον ξεφύγουν, να παραιτηθούν απ' αυτόν. Και πάλι δεν σώζεται τίποτα. Άλλοι μένουνε παραιτημένοι, μαζί και χωρίς τον έρωτα. Οι άλλοι χωρίζουν -να μην τον προ­δώσουν. Κ’ έτσι κι αλλιώς η πίκρα μένει μονάχα. Για πάν­τα. Δεν είναι πού λείπει τ’ αγαπημένο το πρόσωπο, αυτό πού φάνηκε πώς είταν ο έρωτας. Είναι για τη γνωριμία του ακατόρθωτου. Γι' αυτή την αίσθηση του άφθαστου πού έχω και εγώ. Η Έρικα και κείνα τα τραίνα τα μιση­τά μου πού δεν πάνε πουθενά, γιναν ένα πράμα.

Είναι ο μεγάλος, ο άπιαστος κόσμος -πού δεν υπάρχει. Η φαν­τασία μας τον άγγιξε μια στιγμή με τον έρωτα. Μια στι­γμή μονάχα - και χάθηκε.
Η Έρικα πού 'ταν ο έρωτας έφυγε. Η άλλη η Έρι­κα είναι μια κοπέλα πού δουλεύει χαμάλισσα σ' ένα κατά­στημα λίγο πιο κάτω απ' το Ντόμ. Γλυκιά, φτωχή, βολικιά. Είναι μια τίμια κοπέλα -τίμια στο φίφτυ-φίφτυ, τίμια στον έρωτα, τίμια στο χωρισμό. Από μας τους φτωχούς - και γώ πολύ την αγάπησα. Αμα θέλω, μπο­ρώ να πάω, στέκομαι και περιμένω την ώρα πού θα σκολάσουν, την παίρνω στο σπίτι, ξαναπηγαίνουμε στο δικό της. Για το φίφτυ-φίφτυ, χωρίς τον έρωτα. Και πάω την Κυριακή το πρωί και στα μανιτάρια της - για τον αέρα τον καθαρό, για να σκοτώνουμε τον καιρό - αφού δεν έχουμε και τι να τον κάνουμε. Και παντρευόμαστε κιό­λας — για το γάμο, χωρίς τον έρωτα. Κ’ έχουμε και δύο μιστούς. Και κάνουμε και δύο παιδιά, από τα δώδεκα πού 'θελε. Έτσι δεν είναι; Έτσι δε γίνεται μ' όλους;
Έ, λοιπόν, όχι του κερατά… Μένω με την άλλη -πού δεν θα ξανάρθει. Εκείνη την Έρικα πού 'χε τον τρόμο στα μάτια. Να πικραίνομαι, να μετανιώνω, ν' απο­διώχνω το βράδυ την αγαπημένη της θύμηση, να την ονει­ρεύομαι μέσα στον άπιαστο κόσμο — ναί, ναί, εγώ το τί­ποτα των ανθρώπων, ο Κώστας εκείνος ο ανύπαρκτος…

Δημήτρης Χατζής
«Το διπλό βιβλίο»
Εκδόσεις Ροδακιό
Σελ.109-111

Ετικέτες

Πέμπτη, Απριλίου 05, 2007

Ματθαίος Μουντές – Αντίποινα.

Image Hosted by ImageShack.us


Η μοναξιά είναι μεταδοτική
κι ακόμα
με ειδικό νόμο καθιερώθηκε οριστικά
η ελεύθερη είσοδος των τυφλών
σ’ όλα τα θεάματα.

Σελ.56

***

Νοθεύουν τον καιρό
κι αγνοούν τον κόσμο του σπαραγμού,
Κατάλληλα παραδείγματα
για τις καθημερινές τους εξακριβώσεις
είναι κάτι απόμακρα
καί ξεθυμασμένα πάθη
με ανύπαρκτες όνειρώξεις
και υποθετικούς οργασμούς.

Σελ.66


Ματθαίος Μουντές
«Αντίποινα»
Εκδ. Καστανιώτη,1993.

Ετικέτες

Τετάρτη, Απριλίου 04, 2007

Ματθαίος Μουντές - Νηπιοβαπτισμός

Image Hosted by ImageShack.us

Θα ξεράσω, είπε, τις ιδεολογίες.
Ενίσχυσα την ευφυΐα μου
με αισχρολογίες και προσευχές.
Η καρδιά μου φλέγεται
από τον έρωτα της ερήμου.
Βρίσκομαι στην παράγραφο της φωτιάς.


Σελ. 108

***

Μετρώ την απόσταση πού με χωρίζει
από την κραυγή.
Εφαρμόζω την προσωπική μου μέθοδο
για να σταθώ απέναντι στην αγάπη.
Κατρακυλώ στο βάραθρο του εξευτελισμού
για να επωμισθώ
την ευθύνη του μαρτυρίου.
Μια μικρή αγιότητα γονιμοποιεί τις προσπάθειες μου
και σιγά σιγά γίνομαι
ομοούσιος με τη σκοτεινιά.

Σελ. 82

Ματθαίος Μουντές
«Νηπιοβαπτισμός»
Εκδ. Καστανιώτη, 1993.

Ετικέτες

Τρίτη, Απριλίου 03, 2007

Ίρβιν Γιάλομ – Θρησκεία και Ψυχιατρική.

Image Hosted by ImageShack.us

Ο Αντρέ Μαλρώ, ο Γάλλος μυθιστοριογράφος. περιέγραψε κάποτε έναν ιερέα από την επαρχία, ο οποίος συνόψισε τα όσα είχε μάθει για την ανθρώ­πινη φύση, ακούγοντας εξομολογήσεις για πολλές δεκαετίες, ως εξής : «Πρώτα απ' όλα, οι άνθρωποι είναι πολύ πιο δυστυχισμένοι απ' όσο φαντάζεται κανείς » και « δεν υπάρχει αυτό πού λέμε πραγμα­τικά ενήλικος άνθρωπος ». Όλοι μας -κι όταν λέω όλοι, εννοώ τόσο οι θεραπευτές όσο και οι θεραπευόμενοι- είναι, μοιραίο να βιώσουμε όχι μόνο τη χαρά της ζωής, άλλα και το αναπόφευκτο σκοτάδι της: την απομυθοποίηση, τα γηρατειά., την αρρώ­στια, τη μοναξιά, την απώλεια, την έλλειψη νοήμα­τος, τις οδυνηρές αποφάσεις και το θάνατο…


…Το λεξικό της Οξφόρ­δης μας πληροφορεί ότι μια από τις ρίζες της λέξης θρησκεία (religion) είναι re-ligare, « δένω » ή «δε­σμεύω » . Οι Ρωμαίοι, χρησιμοποιούσαν τον όρο religare για να υποδηλώσουν μια ποικιλία δεσμών - με την οικογένεια, με τους προγόνους, με την πολιτεία. Αυτή η σημασία -το δέσιμο, η δέσμευση ή ίσως είναι καλύτερο να χρησιμοποιήσουμε τον όρο σύνδεσμος- αποκαλύπτει γλαφυρά την κοινή αποστολή θρησκείας και ψυχοθεραπείας. Για την ακρίβεια, ο όρος «σύνδεσμος» είναι ένας καλός κοινός παρονομαστής για όλες τις μορφές της σύγ­χρονης έρευνας σε ψυχικά ζητήματα.

Σέ κάθε συζήτηση θρησκείας και ψυχιατρικής ο όρος « σύνδεσμος » έχει μεγάλη αξία. Οι θεραπευ­τές δεν τοποθετούν τίποτε ψηλότερα από το στόχο να συνδεθούν όσο το δυνατόν πιο βαθιά και πιο αυθεντικά με τους ασθενείς τους. Ή ψυχοθεραπευ­τική βιβλιογραφία πάνω στη σχέση θεραπευτη-θεραπευόμενου βρίθει συζητήσεων γύρω από την ε­παφή, από την αυθεντικότητα, από την ακριβή ένσυναίσθηση, την άνευ όρων θετική θεώρηση, και τη « συνάντηση του Εγώ με το Εσύ ». Άλλα οι ομαδικοί θεραπευτές θέτουν σαφή προτεραιότητα στην εδραίωση της συνοχής της ομάδας. Μόλις η ομάδα αποκτήσει συνοχή, το καθένα από τα μέλη της γίνεται πιο ικανό να εξετάσει και να ενισχύσει τη σχέση του με κάθε άλλο μέλος. Ως προς την αντιμετώπιση του θανάτου, ασθενείς με καρκίνο που ήταν μέλη των ειδικών ψυχοθεραπευτικών ο­μάδων μου μιλούσαν συχνά για τη μεγάλη ανακού­φιση πού τους έφερνε το γεγονός ότι βρίσκονταν μαζί με άλλους, οι οποίοι, επειδή βρίσκονταν στην ίδια θέση, τους πρόσφεραν έναν βαθύ σύνδεσμο. Ένας απ' αυτούς τους ασθενείς έδωσε μια υπέροχη περιγραφή του «συνδέσμου» : «Ξέρω πώς εί­μαστε όλοι πλοία πού ταξιδεύουμε στο σκοτάδι κι ότι ο καθένας από μας είναι ένα πλοίο μοναχικό, είναι όμως τόσο ανακουφιστικό να βλέπεις τα φώτα των γειτονικών πλοίων να σκαμπανεβάζουν πλάι σου ».



Ίρβιν Γιάλομ
«Θρησκεία και Ψυχιατρική»
Εκδόσεις Άγρα
Σελίδες 20-21 και 34-35.

Μiguel Unamuno – Diario Intimo

Image Hosted by ImageShack.us

Με τη συμπεριφορά μας, με τις πράξεις μας, γεγονότα και λόγια, υφαίνουμε τη παραχάραξη μας πού ολοκληρώνεται σκλαβωνον­τάς μας. Αντί να είμαστε μπροστά στο Θεό κριτές των λόγων και των πράξεων μας, αντί να τα κρίνουμε στο δικαστήριο της δικής μας συνείδησης, όπου ειδικώτερα κατοικεί o Κύριος μας, ενδιαφερόμα­στε μονάχα για τ' αποτελέσματα που δη­μιουργούν στους πλησίον. Οταν μας παι­νεύουν και μας χειροκροτούν, επιμένουμε σ αυτούς, εγκαταλείποντας εκείνους πού μας καταλογίζουν πνευματική φτώχεια ή μικρό πνεύμα. Κι έτσι, οδηγημένοι από την κρίση των άλλων, στο κόσκινο αύτού του κόσμου, υφαίνουμε τις αλλεπάλληλες πράξεις μας που καθώς συσσωρεύονται και αποσαφηνίζονται, δημιουργούν τον χαρα­κτήρα μας μπροστά στον κόσμο, χαρακτήρα πού πιέζει και συμπνίγει τον αυθεντι­κά δικό μας χαρακτήρα, πού μπροστά στον Κύριο είχε βλαστήσει στην αναγεννημένη άπ' το βάπτισμα ψυχή μας.

Και βρισκόμαστε μ' ένα εγώ πού μας διαμόρφωσε o κόσμος, ή πού πλάσαμε εμείς σκλαβωμένοι σ' αυτόν, κι όλη μας η προσπάθεια συγκεντρώνεται στο να είμα­στε πιστοί στο ρόλο που δεχτήκαμε να παίξουμε σ' αυτή την άθλια σκηνή ώστε να κερδίσουμε όσο γίνεται περισσότερα χειροκροτήματα. Κι όταν φαίνεται να υπο­τιμάμε τα χειροκροτήματα και να ζητάμε μόνο τη δική μας ευχαρίστηση, ίσως βρι­σκόμαστε σε χειρότερη κατάσταση, γιατί τότε σκληρυμένοι από την σύμπτωση μας με το ρόλο μας, τον ερμηνεύουμε για δική μας ευχαρίστηση με αλαζονικό αυτοθαυμασμό.

Είναι τρομερό πράγμα να ζεις σκλάβος του εγώ που ο κόσμος μας έδωσε, να είσαι πιστός στο ρόλο χωρίς να βλέπεις έξω από το θέατρο την απέραντη λαμπερότητα τ’ ουρανού και την τρομερή πραγματικότητα τον θανάτου, να πρέπει νάσαι λογικός μέσα στο θάνατο. Ο δύστυχος ηθοποιός αισθά­νεται έναν οξύ πόνο, αλλά δεν μπορεί να παραπονεθεί ούτε να κλάψει, γιατί το κοινό θα τον σφύριζε, κι αν και θα ήταν άνθρωπος ειλικρινής, θα ήταν κακός ηθο­ποιός. Οταν λέγεται πώς ο κόσμος είναι μια κωμωδία, δεν στοχαζόμαστε τι τρο­μερό είν’ αυτό.

Γρήγορα ο φτωχός ηθοποιός θυμάται πως θα τερματιστεί η κωμωδία και δεν ξέρει πως να ξεφύγει από την αμηχανία του κι αν ίσως τότε έκλαιγε, έξω από τον ρόλο του, το κοινό θα 'λεγε : ο καημέ­νος, είναι τρελός. Ελευθερία, Κύριε, Ελευθερία ! Πού να ζεί σε Σένα κι όχι σε κεφάλια που θα κατα­λήξουν να γίνουν σκόνη.

Αυτό το εγώ πού μου έδωσε o κόσμος θα χαθεί εξαντλώντας τους στοχασμούς του, και μόλις θ' απομείνει ένα όνομα. Πώς ζώντας μ αυτό το εγώ, δεν φρικιούσα μπροστά στο μηδέν ; Αλλά το εγώ μου, αυτό πού Εσύ ανάσυρες άπ' το μηδέν, θα ζήσει σε Σένα. Θα παραξενευτούν από την αλλαγή, χωρίς να παρατηρήσουν πώς δεν υπάρχει καμιά φυσική αλλαγή. Το μόνο πού υπάρ­χει είναι πώς ο Μιγέλ πού αυτοί γνώριζαν, εκείνος τον θεάτρου, πέθανε, και πεθαί­νοντας ελευθέρωσε τον πραγματικό κι αιώνιο Μιγέλ, αυτόν πού κατάπνιγε και καταπίεζε, μαζί με κάθε τι πού ήταν καλό μέσα του...

Θέλω να ζήσω μέσα μου, όπου έχω τον Θεό μου, κι όχι με κείνους, θέλω ελευθερία. «Το εγώ μου, να μου ξεριζώσουν το εγώ μου» κραύγαζε ο Μισλέ. Ισως δεν ένιωσε o ίδιος ολάκερο το τρομερό βάθος αυτής της κραυγής.

Πόσες άγιες προθέσεις, πό­σες ιερές διαθέσεις, πόσα ουράνια καρδιοχτυπήματα, πνιγμένα και νεκρά άπ' το βάρος αυτού τον πιθήκου μας, αυτού του ψεύτικου εγώ πού η διαγωγή μας προς τον κόσμο διαμόρφωσε μέσα μας. Ελευθερία, ελευθερία ! «Ο δε Κύριος το πνεύμα εστίν ου δε το Πνεύμα Κυρίου, εκεί ελευθερία. (Β' Κορ. γ' 17). «Τις με ρύσεται από τον σώματος του θανάτου τούτου» ! κραύγαζε ο Απόστολος. Ποιος θα με σώσει - μπο­ρώ να πω - άπ’ αυτό το φάντασμα του θανάτου, από αυτό το εγώ πού με φόρτωσε ο κόσμος !

Η Αλήθεια θα μας ελευθερώσει, μας λέει ο Χριστός (Ιω. Η' 32). Τι είναι, επο­μένως, το νάσαι ελεύθερος παρά να θέλεις αυτό πού επιθυμεί ο νόμος ; Η μάλλον, αρκεί να ελευθερωθείς άπ' το νόμο δια του ιδίου του νόμου, επιθυμώντας εκείνο πού επιθυμεί η αιώνια Αγάπη. Γενηθήτω το θέλημα σου. Από κει ξεκινάμε για την ανθρώπινη παντοδυναμία, τη δυνατότητα να μπορείς κάθε τι που θέλεις, γιατί θα μπορείς να θέλεις μονάχα αυτό που μπο­ρείς να πετύχεις με το να εμπιστεύεσαι στη Χάρι.

Μiguel Unamuno

To κατεβάζετε ολόκληρο άν διαβάζετε Ισπανικά εδώ.

Σύνδεσμοι

eXTReMe Tracker